Είχε τα πυρόξανθα μαλλιά του πατέρα της. Τα μάτια της ήταν γαλάζια. Σπάνια κοίταζε κατάματα τους άλλους. Ήταν μάτια αλαφιασμένα με βαριά βλέφαρα, μάτια ζώου, θλιμμένα, όπως όλων των πλασμάτων που ζουν με τον φόβο μήπως τ’ ανακαλύψουν στην κρυψώνα τους… Όχι, η Λίλι δεν κρυβόταν από κανέναν. Από τους δαίμονές της μονάχα, που στιγμές στιγμές ήταν, θαρρείς, λεγεώνες ολάκερες. Της άρεσε να παίζει με τη φωτιά, της άρεσε ν’ ακολουθεί τους ωραίους άγνωστους άντρες. Είχε εμπιστοσύνη στο καινούριο, σε ό,τι δεν ήξερε. Η Λίλι ήταν γυναίκα μοιραία κι οι άντρες έπεφταν κυριολεκτικά στα πόδια της. Ποιον απ’ όλους τους εραστές της αγάπησε πραγματικά; Ποιον αναζητούσε στα πρόσωπα όλων εκείνων των αγνώστων; (

ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

ΣΕΛΙΔΕΣ

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ

Κατηγορίες
Κατηγορίες