Είναι τόσο δύσκολο να περιγράψεις μια ανατολή κάτι τέτοιες στιγμές. Προσπαθείς να αφομοιώσεις όσο σου είναι ακόμα δυνατό τα μουντά χρώματα του πρωινού, τις στάλες της υγρασίας που διαποτίζουν την ατμόσφαιρα, την πάχνη που κάνει τα σκουριασμένα κάγκελα να γλιστράνε… Αλήθεια… Ποτέ, ποτέ στη ζωή μου δεν είχα προσέξει τόσο μια ανατολή. Έχουν δίκιο, τελικά, όσοι λέγαν πως πρέπει να χάσεις κάτι για να το εκτιμήσεις πραγματικά. Δεν ξέρω γιατί αλλά η μόνη απόχρωση που ξανοίγεται μπρος στα μάτια μου είναι αυτή του γκρίζου. Το ξύλινο κρεβάτι, οι χαρακιές στους τοίχους, η βαριά σιδερένια πόρτα με το συρτό παραθυράκι, ο γλόμπος στο ξεφτισμένο από υγρασία ταβάνι, ακόμα και οι λίγες λευκές σελίδες που απόμειναν σε τούτο δω το σημειωματάριο, διώχνουν το βλέμμα μου και την ψυχή μου μακριά, με απωθούν όσο ποτέ άλλοτε. Δεν θέλω να κάνω τον ήρωα. Ούτε ήμουν ποτέ. Τώρα όμως, ύστερα από τόσο κλάμα και δυστυχία, ύστερα από τόση σκέψη, καταλαβαίνω ότι αυτό που νιώθω δεν είναι φόβος. Ναι, δε φοβάμαι. Πίκρα νιώθω στο στόμα και στην καρδιά. Την πίκρα της αδικίας, την πίκρα του λησμονημένου. Όλα είναι τελεσίδικα, όλα καθορισμένα, και θα γίνουν όπως πρέπει να γίνουν. Λένε πως, πριν το τέλος, βλέπεις οράματα. Προφητεύεις. Κι αυτή η τελευταία μου ελπίδα για κάτι μεγάλο, όπως η εξωκοσμική επικοινωνία της ψυχής μου με την άγραφη βίβλο του σύμπαντος, ακόμα κι αυτή δεν επαληθεύεται . . . (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ

ΣΕΛΙΔΕΣ

Κατηγορίες
Κατηγορίες