“Βλέπεις, είχα γίνει αυτό που ήθελαν οι άλλοι, χωρίς να με ρωτήσουν ποτέ τι ήθελα εγώ…Τελικά αποφάσισα να δραπετεύσω…” “Τι απάτη που είσαι, Άννα”. “Εγώ μάλλον πιστεύω πως έπαψα να είμαι” – “απάτη, εννοώ. Αυτό ήταν το έγκλημα που διέπρατταν άλλοι σ’ εμένα, με τις προσδοκίες τους. Με έπλαθαν σύμφωνα με τη δική τους εικόνα, ανάλογα με τις ανάγκες τους. Η απάτη με αυτή την έννοια είναι επικίνδυνα διαδομένη”. Όταν η Άννα Ντάρραντ αναφέρεται ως αγνοούμενη, οι λιγοστοί φίλοι της δεν μοιάζουν ν’ανησυχούν για την εξαφάνισή της. Σε τελευταία ανάλυση, η ζωή της υπήρξε μια ζωή συγκάλυψης: χρόνια ολόκληρα, η Άννα υποτασσόταν στην προστατευτική εξάρτηση της μητέρας της από εκείνη και, ακόμα και μετά το θάνατό της Έμυ Ντάρραντ, το μόνο που έκανε ήταν να προσαρμόζεται στις προσδοκίες άλλων. Η Άννα βρίσκεται όλο και περισσότερο παγιδευμένη από αυτές τις προσδοκίες, από τη στενόχωρη φιλία της με την κυρία Μαρς -μια καλοπροαίρετη αλλά επικριτική φίλη της μητέρας της- από τη μελετημένη αδιαφορία του

ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ

ΕΤΟΣ ΕΚΔΟΣΗΣ

ISBN

ΣΕΛΙΔΕΣ

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ

ΒΙΒΛΙΟΔΕΣΙΑ

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ

Κατηγορίες
Κατηγορίες